Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Σεπτέμβριος, 2020

Σε εξήντα χρόνια

Πριν λίγο γράψω εδώ, ειπώθηκε αυτή η φράση σε μια ιντερνετική συζήτηση που είχα με ένα φίλο. Τα περισσότερα μου κείμενα εμπνέονται με ένα τέτοιο τρόπο, είτε από πράξεις ή το πιο σύνηθες από κουβέντα. Στην ωραία του στάση να με στηρίξει αντιμετώπισε τη συμπεριφορά μου ως ότι κλαίγομαι. Όχι, δεν είναι λανθασμένος, η πραγματικότητα είναι όπως έχουν καταλάβει σίγουρα και πολλοί άλλοι φίλοι και γνωστοί. Ευτυχώς που σας έχω και γύρω μου και υπάρχει αυτή η στήριξη μαζί με το χορό. Το δεδομένο είναι ότι όλο αυτό έχει να κάνει με το πιο προφανές, έναν χωρισμό, που δεν μπορώ ούτε ξέρω πως να ξεπεράσω. Έτσι του απάντησα, τυχαία μάλλον, με μια έκφρασή που με έκανε τώρα να σταθώ πάνω της λιγάκι και να γράψω τη σκέψη μου. Με ενθουσίασε ίσως ή μάλλον με προβλημάτισε. 

Ποιος θα το θυμάται σε 60 χρόνια; Απάντησα και άμεσα στάθηκα λίγο παραπάνω στη σκέψη μου. Ποιος θα θυμάται σε 60 χρόνια όσα έκανα εγώ σήμερα, χτες προχτές για μια αγάπη που χάθηκε. Και για τι να δίνει σημασία. Ποιος θα θυμάται σε 60 χρόνια ότι ανέβαζα τραγούδια, ανέβαζα κειμενάκια και αποσπάσματα από άλλους για αυτό το λόγο δήθεν ότι το κάνω γιατί μ΄αρέσουν. Μέσα στο χρόνο όλα αυτά θα χαθούν θα μείνουν εδώ μέσα σε ένα facebook που ανήκει σε έναν Mark και εγώ εναποθέτω τις σκέψεις μου και τις ελπίδες μου ότι κάποιος θα το δει. Αλλά σε 60 χρόνια κανείς δε θα νοιάζεται, κανείς δε θα μας ξέρεις, κανείς δε θα γνωρίζει όσα κάναμε και για όσα κλάψαμε και πονέσαμε ή χαρήκαμε και νιώσαμε ευτυχισμένοι. 

Ίσως όλα αυτά να μην υπάρχουν καν. Να έχουν σβηστεί σε ένα format των σέρβερ γιατί απλά τελείωσε αυτή η εταιρία και κάτι άλλο ξεκίνησε. Και έτσι μαζί με την αλλαγή αυτή θα πεθάνει και κάθε μας αποθηκευμένη γραπτή ανάμνηση. Σε 60 χρόνια ίσως πολλές αναμνήσεις να έχουν χαθεί και από τον ίδιο μου τον εαυτό. 

Πως θα είμαι άραγε τότε, τι θα θυμάμαι και τι σημασία έχουν όλα όσα κάνω σήμερα και όσα δεν κάνω. Και οι ερωτήσεις δεν σταματάνε να έρχονται διαρκώς και να με χτυπάνε η μία πίσω από την άλλη. Τι απόψεις θα έχω, πως θα ζω, σε τι κατάσταση θα είμαι, μα πάνω από όλα αν θα θυμάμαι κάτι από όσα έχω ζήσει τον τελευταίο καιρό. Θα την θυμάμαι, θα με θυμάται, θα υπάρχουμε γενικότερα. Εξήντα χρόνια δεν είναι διόλου λίγα, δίνουν μια πραγματικότητα στη φράση "ποιος ζει ποιος πεθαίνει". Αλλά πιο πολύ με βασανίζει νομίζω πως θα αναπολώ το σήμερα έστω και σε 40 χρόνια από σήμερα. Όχι 20, αυτά είναι λίγα. Σε 40 όμως; Αν θα ζω; Πιστεύω ναι, δε μπορώ να σκεφτώ το αντίθετο ή μπορεί και να μην θέλω. 

Όλα τα καταγράφουμε στις αποθήκες του διαδικτύου στιγμή προς στιγμή. Έχουν γίνει όλα ένα μέρος της μνήμης μας πλέον. Σκέφτεσαι για αυτές τις ιδιωτικές εταιρίες που κρατάνε τόσο βαθιά τους τις αναμνήσεις μας, σα να είναι ένα κομμάτι μας. Αλλά τι από αυτά θα υπάρχει σε 60 χρόνια, ποιος θα βλέπει και άραγε θα υπάρχει το σημερινό προφίλ μας, θα υπάρχει ακόμα το Memories να μας θυμίζει όσα θέλουμε κάθε χρόνο ή κάθε δέκα χρόνια ή όσο; Καμιά φορά βλέπω πράγματα πριν από 10 - 12 χρόνια πίσω, κάποια τα θυμάμαι κάποια όχι και πάλι γυρνάω στο τώρα. Σε αυτό που με βασανίζει καθημερινά. 

Οι φίλοι θα πουν διάφορα, να μην σκέφτεσαι, να το ξεπεράσεις, να το ξεχάσεις, όλα θα είναι καλύτερα, θα προχωρήσεις και πάντα στέκονται δίπλα σε όλη αυτή τη μαυρίλα που κατακλύζει το μυαλό. Θα θυμάμαι όλη αυτή την στήριξη μετά από δεκαετίες, εκεί λίγο πριν το τέλος; Θα μου πεις τι λες τώρα και τι σκέφτεσαι τόσο μακριά. Δε ξέρω, ίσως βοηθάει, ίσως η μαυρίλα φωτίζεται έτσι λίγο και αποτρέπει τις σκέψεις να τελειώνουν όλα μια ώρα αρχύτερα. Βοηθάνε πολλά, ακόμα και η επίσκεψη στο προφίλ που μοιάζει τώρα ξένο, μοιάζει να ανήκει σε άλλον. 

Στο παρελθόν έχω προσπαθήσει πολλές φορές, μερικές επιτυχημένα να διαγράψω μνήμες και τώρα, νά, ανησυχώ μήπως δεν θα θυμάμαι τίποτα σε 60 χρόνια. Θα έχει σημασία;

Αλήθεια τι θα λέω στους γύρω μου τότε; Με τι συναίσθημα θα μιλάω για το σήμερα ή μήπως δε θα θέλω να αναφέρομαι σε αυτό καθόλου. Και τότε γιατί γράφεις για αυτό; Ίσως τελικά για να θυμάμαι, ίσως τελικά γιατί δεν ξέρω αν αυτό το blog θα υπάρχει, αν το facebook θα μου θυμίζει ακόμα τα όσα έχω ζήσει, τα όσα έχω μιλήσει, όσα έχω σκεφτεί. Ίσως γράφω για να θυμάμαι και όχι για να διαβάζουν άλλοι. 

Στο Cosmic Climax  o Jim Morrison έλεγε πως μετά το τέλος μας θα πρέπει να βλέπουμε την ζωή μας σαν ταινία αιώνια, οπότε καλύτερα να έχει μερικά καλά περιστατικά και μια ιδανική κορύφωση. Σε 60 χρόνια αν βλέπω αυτή τη ταινία πως θα νιώθω, θα έχω ακόμα την ίδια ένταση και θλίψη ή θα αναπολώ με ρομαντισμό αυτή την εποχή; 

Υ.γ. Η έκφραση του "είναι" μου και των σκέψεών μου μού είναι κάτι εύκολο και η απόκρυψή του ότι πιο δύσκολο. Εύχομαι σε 60 χρόνια να μην χρειαζόμαστε να δείχνουμε έναν άλλο άνθρωπο από αυτό που είμαστε για να μην μας κράζουν ή για να μας αποδέχονται ή για να γοητεύουμε τον συνάνθρωπό μας. Η έκφραση των συναισθημάτων μας είναι μια γοητεία από μόνη της όσο και αν όλοι απομακρυνόμαστε όταν αυτά δεν είναι "αυτά που πρέπει" ή δεν είναι "ωραία".  

Στον καύσωνα ενός Αυγούστου ίσως...

Εδώ που τα τσιμέντα μας πνίγουν, εδώ που η νύχτα εκείνου του Αυγούστου ίσως και Σεπτέμβρη αυτή η πόλη έβραζε κυριολεκτικά. Ένιωθες τους καυτούς τοίχους να καίνε το πρόσωπο σου και τα πεζοδρόμια να ανάβουν κάτω από τα πόδια. Μια τέτοια νύχτα έφτασε έξω από το σπίτι της και την περίμενε υπομονετικά να κατέβει. Δεν είχαν δώσει κάποιο ραντεβού ή ήταν κάποια συνήθεια. Του είχε ζητήσει απλά να έρθει να την δει για λίγο, τώρα που τον χρειαζότανε. Παράτησε τα πάντα, θα παρατούσε και τη ζωή του σε τέτοιες περιπτώσεις ίσα για να πάει να την δει ένα λεπτό και να φύγει. Αυτό για εκείνους ήταν αρκετό. 

Κατέβηκε από την ξαναμμένη πολυκατοικία της, με ένα απλό γκρι σορτσάκι και ένα λευκό φανελάκι. Τα μαλλιά της δεμένα, άβαφη και πανέμορφη όπως πάντα την έβλεπε. Ποτέ δεν είχε σημασία το πως θα φαινόταν σε άλλους σε όποια της στιγμη, για εκείνον ήταν πάντα το πιο όμορφο πλάσμα που μπορούσε να αντικρίσει ποτέ στη ζωή του όλη. Στα μάτια της έβλεπε την ψυχή της να μην είναι καλά, τα προβλήματα της καθημερινότητάς της την πίεζαν της δημιουργούσαν ατελείωτο άγχος και θλίψη. 

Ένα φιλί στα πεταχτά, μπήκαν στο αμάξι και πήγαν δυο στενά παρακάτω να είναι μόνοι τους. Πόσο μόνος βέβαια μπορείς να είσαι ανάμεσα σε αυτά τα μεγαθήρια τσιμέντου που σε περιτριγυρίζουν; Ίσως και πολύ. Άλλωστε ο καθένας είναι κλεισμένος στο δροσερό του διαμέρισμα, μπροστά σε μια οθόνη, η μπροστά σε έναν ανεμιστήρα ή τέτοια ώρα αργά στο κρεβάτι του να ξεκουράζεται για την ρουτίνα της επόμενης ημέρας πάλι.

Το ερκοντίσιον του αυτοκινήτου αποφόρτιζε λίγο την κατάσταση δροσίζοντας τους λιγάκι.  Στέκονταν εκεί δίπλα της να ακούσει όσα την βασάνιζαν μέρες τώρα στη ζωή της με την προσπάθεια να θέλει να βοηθήσει ή να δώσει την δική του συμβουλή. Τα προβλήματά της η αλήθεια είναι ότι στον καθένα θα μπορούσαν να φανούν αστεία ή μικρά. Όμως για εκείνη, αυτή τη στιγμή ήταν μεγάλα, και εκείνος το ένιωθε μέσα της το έβλεπε πάνω της. Ξέρεις, καμιά φορά δεν έχει σημασία αν το πρόβλημα σε μια γενική συζήτηση ή γενικευμένη κατάσταση φαίνεται μικρό, σημασία έχει πως το βιώνεις την κάθε σου στιγμή. Και εκείνος ήξερε πως ένιωθε στη ψυχή της εκείνο τον καιρό. 

Μίλησαν αρκετά είπαν πράγματα που τις επόμενες ημέρες βοήθησαν στη ζωή της στα προβλήματά της. Άλλωστε και εκείνη έτσι έκανε για εκείνον κάθε φορά που ήταν προβληματισμένος. Τα λόγια της πάντα τα ένιωθε σαν το πιο απαλό πιο ιαματικό χάδι στη ψυχή του. Αρκούσε η θετική της φωνή και όλα μπορούσαν να λυθούν δια μαγείας, ή ακόμα και οι μοναδικές της απόψεις και έξυπνες λύσεις που ήταν ακόμα γεμάτες ιδέες και δημιουργικότητα. 

Η ώρα πέρασε μιλώντας μέσα σε ένα χαμηλό αμάξι με ένα ερκοντισιον, σε μια αγκαλιά. Κάθισαν λίγο ακόμα ξαπλωμένοι στα καθίσματά τους. Το χέρι της ακουμπούσε το δικό του. Θα έλεγες ότι ήταν η στιγμή αυτή που το είναι τους μπλέχτηκε και έγινε κόμπος, έγινε ένα, έγινε δυνατό  να αντέξει σε όλα τα μελλοντικά σχέδια της πόλης αυτής. Κάθισαν εκεί ανάμεσα στην καυτή ζέστη του καλοκαιριού χωρίς να μιλάνε, σένα σημείο ασήμαντο αυτής της τεράστιας πόλης, ένα τίποτα στα πέρατα του κόσμου και του σύμπαντος. Όμως για εκείνον ήταν η ζωή του όλη, όσα είχε ζήσει μέχρι τώρα και όσα ήθελε να ζήσει παρακάτω. Έλπιζε ότι θα ήταν το ίδιο και για εκείνη. Η καρδιά του, ξέρω, χτυπούσε δυνατά βαθιά μέσα του κάθε φορά που την σκεφτόταν και την αντίκριζε.